-
1 Κρονείων
Κρονεῖονtemple of Cronos: neut gen pl -
2 Κρονίων
Κρονίων (ᾰ but1ῖ P. 1.71
, N. 9.28) son of Kronos epith. of Zeus.λίσσομαι νεῦσον, Κρονίων P. 1.71
χερσὶ δ' ἄρα Κρονίων ῥίψαις P. 3.57
“ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ” P. 4.23ὤπασε δὲ Κρονίων N. 1.16
Κρονίων ἀστεροπὰν ἐλελίξαις N. 9.19
εἰ δυνατόν, Κρονίων N. 9.28
“ πάτερ Κρονίων” N. 10.76 “εὐ]ρύοπα Κρονίων Πα. 8A. 15.πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.5
Κρ]ονίων νεῦσεν ἀνάγκᾳ[ (supp. Lobel) Δ.. 1. Κρονίων Ζεύς ( Κρονείων Π) ?fr. 334a. 9.
См. также в других словарях:
Κρονείων — Κρονεῖον temple of Cronos neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)